Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Ονομάζομαι Μαγδαληνή






Oνομάζομαι Mαγδαληνή. τρεις ζω ζωές. τρεις λάμες ζωής είμαι ζωσμένη. έχω έναν έρωτα-περίστροφο στον κρόταφο. τον καίω με φωτιές. με βλέψεις ιερές τον διαβάζω. τον καταπίνω με επιθυμίες άφθαρτες. κάθε που πονώ σπαράγματα τυλίγουν το μυαλό. π' αναδίδει ομίχλη και σκιές. που πυρά και στάχτες σκορπίζει. 

ο καιρός της ομίχλης σαν έρχεται βυθίζομαι. μέσα της αθέατη βυθίζομαι. η ομίχλη είναι για να τη βαδίζεις αναδιφώντας. ν’ απλώνεις τα χέρια σου και τα κρυμμένα της ν' αγγίζεις. να σε στηρίζει. ως το κόκκαλο να σε ποτίζει. να φυτρώνουν στο κεφάλι σου μαλλιά ανταριασμένα. σύννεφα μαύρα καταιγίδας. να φυτρώνουν στο κεφάλι σύννεφα. τα βράδια της ομίχλης στο παράθυρο κάθομαι. βλέπω τις σκιές. αυτών που πολύ αγάπησα μα που τώρα έχουν πεθάνει. άλλοι έρχονται κολλάνε στα τζάμια το πρόσωπο. με κοιτούν ανήσυχοι για λίγο. άλλοι έρχονται μέσα στο δωμάτιο. άλλοι τραβούν κατά την ανατολή. σ’ ένα σπίτι αγέρωχο πηγαίνουν. τυλιγμένο με κισσούς και κόκκινα φυλλώματα. μου γνέφουνε οι αγαπημένες σκιές. κοντοστέκονται στην είσοδο και γνέφουνε. κάποια νύχτα ομιχλώδη θα ξεχαστώ και θα τις ακολουθήσω. τα πόδια μου θα πατήσουν το χώμα το υγρό. θα ρίξουνε ρίζες βαθιές. δέντρο αειθαλές θα κορμιάσω. θα φυλλώσουν και θ’ ανθίσουν τα χέρια μου. θα πίνω νερό απ’ την πηγή της λήθης. θα φιλιώσω με τους δαίμονές μου. το δαιμόνιο γένος μονάχα μελέτημα θα γίνει. 

σαν έρχεται ο καιρός της σκιάς από μοβ ανεμώνες βρίθω. κοίτα τα πέταλά μου. κοίτα τους κάμπους μου. την ανυπόμονη καρδιά μου. βλέπεις; παιδί νάρκη. γυναίκα ουρανός. διχαλιάζει η γλώσσα μου σαν φίδια την τρώνε. δροσίζονται τα μάτια μου σκιές σαν τα δαγκώνουν. άλλοτε η θάλασσα σύννεφα. άλλοτε τρικυμία ο ουρανός. σαν μ’ αρπάζει στον ύπνο η σκιά φωνές ακούω. στα πόδια μου δεν έχω θάλασσα. στο κεφάλι δεν έχω ουρανό. μόνο κάτι πουλιά ξεχασμένα έρχονται να κοιμηθούν στις παλάμες μου. που σαν τα βλέπω αναστατώνομαι. μου ξυπνούν τη νοσταλγία των μεγάλων ταξιδιών. λίγο πριν ξημερώσει τα φτερά τους μου χαρίζουν και φεύγουν περπατώντας. 

τις μέρες της πυράς και της στάχτης στέκει η θάλασσα δεξιά. αριστερά οι σκιές. στέρνες πηγάδια στοές συθέμελα τρίζουν. αντάρα ο κόσμος όλος. κρύβεται ο ήλιος. καπνοί παίρνουν σχήμα άμαξας. την σέρνουν άλογα εφτά. έρχεται λέγω. καταφτάνει ο δια πυράς μου θάνατος. τις ώρες τούτες σε γλωσσοκοπία καταδικάζονται οι σοφοί προφήτες. μια μυστική αγέλη καταραμένων τους δρόμους γεμίζει. σύναξη στις πλατείες γίνεται των ασεβών. που σέρνοντας έρχονται. ντυμένοι τα σκισμένα. τις μέρες της πυράς η τρίμορφη ζωή μου στάχτη γίνεται. αναγεννιέται πάλι τις νύχτες τις ολόφωτες. από ρωγμές ανάμεσα. ταξιδεύει. συναντιέται με τις σκιές που ξεγλιστρούν αθόρυβα στους δρόμους. 

ονομάζομαι Μαγδαληνή. πιστέψτε με. ως λάμες τρεις ζω τις τρεις ζωές μου.