Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

Το δωμάτιο


Ξέρεις τι είναι μια ζωή ολόκληρη;  Μια ζωή. Τέσσερις τοίχοι, ένα παράθυρο. Βάσανο το παράθυρο. Ξέρεις τι είναι, να κοιτάζω τις ζωές τις ξένες; Να κοιτάζω λαθραία. Δική μου δεν έχω. Ένα παράθυρο το βιος μου. Περιουσία λειψή και κλεμμένη. Σταμάτησε το τηλέφωνο από καιρό να χτυπά. Σταμάτησε. Σιωπή. Δεν θυμάμαι αν το έπαυσα εγώ ή μόνο του οριστικά σταμάτησε. Διεκόπη έκτοτε κι αυτή της ζήσης η κρούση. Ο δρόμος άδειος. Ο δρόμος δεν οδηγεί ποτέ ανθρώπους εδώ. Ποτέ. Δικούς μου ποτέ. Καταραμένος άδειος δρόμος. Ζωή και δρόμος άδειος. Εγώ δωμάτιο. Εγώ σιωπή. Δωμάτιο χτισμένο η ζωή μου. Δεν τόλμησα να βγω έξω, δεν τόλμησα. Με φόβο μεγάλωνα μην κάνω λάθος. Έκανα. Χιλιάδες λάθη έκανα. Κουρτίνες στο παράθυρο. Κλειστές κι αδιαπέραστες κανέναν να μη δω. Να μη με δει κανείς. Κουτιά με μπογιές υδάτινες. Στο σπίτι μέσα κουτιά με μπογιές υδάτινες που αρνούνται πεισματικά το χρώμα τους να δώσουν. Μονάχα τα δάχτυλα ένα αμυδρό κόκκινο αφήνουν στους τοίχους. Τα δάχτυλά μου το σπίτι βάφουν μ’ αποτυπώματα αιμάτινα. Δεν είμαι μόνη ποτέ. Μόνη τα βράδια ποτέ. Φτιάχνω ανθρώπους πήλινους. Ανθρώπων ομοιώματα ποιώ από χώμα, νερό και μνήμες. Τους αγγίζω. Τους μιλώ. Τους ερωτεύομαι. Τους θρυμματίζω, στο τέλος, πάντα. Σ’ ένα δωμάτιο-βρόγχο ζω. Φωλιάζω σε υγρές και λασπωμένες σιωπές. Σιωπηλός και ακλυδώνιστος βίος. Τίποτα μην ακουστεί. Τίποτα μην ξεφύγει. Γιατί όταν το από μέσα έξω αναδύεται, τεράστιος και συμπαγής γίνεται βράχος και με πλακώνει. Δωμάτιο-φυλακή. Βράχος-συμπαγής φυλακή. Στόχος. Αν κινηθώ προς την έξοδο γίνομαι στόχος. Γίνομαι πληγή κι αίμα. Μ' ακούς; Λέω τα γιορτινά μου σήμερα να φορέσω. Να βγούμε μια βόλτα. Τι λες; Αν βέβαια θυμηθώ τα γιορτινά πού είναι θαμμένα. Έχω από εδώ μέσα πολύ καιρό να βγω. Ξέχασα. Που τα ‘χω καταχωνιάσει το ξέχασα. Χώρο μου έπιαναν. Χώρο συνάθροισης ρούχων νεκρών και ξεχασμένων. Μα τώρα τα χρειάζομαι. Τα χρειάζομαι τώρα. Γιατί δεν μιλάς; Μίλα. Να πω εγώ τι; Τι περιμένεις να πω εγώ, η μένουσα από χρόνια σιωπηλή; Θα πάρω γάτα. Στο είπα; Θα πάρω γάτα-φίλη. Δεν θα είμαι μόνη. Φίλη-γάτα θα έχω. Δύο όταν είναι μαζί, μόνοι δεν είναι. Πες κάτι. Γιατί δε μιλάς; Τα γιορτινά μου σήμερα θα βάλω. Τα νεκρά και ξεχασμένα. Οι δυο μας. Μια βόλτα. Κοίταξέ με. Κοίτα με! Πάει καιρός που μένω εδώ. Στο μαυσωλείο τούτο μένω. Εδώ της ζωής απόλλυμαι. Εδώ. Μ’ ανθρώπους πήλινους. Δε τους μιλώ ποτέ. Μονάχα φθόγγους βγάζω. Νόημα κανένα. Φθόγγοι. Γράμματα πικρά. Παράλογα άφωνα γράμματα. Μονάχα φωνήματα ανορθόλογα. Νόημα κανένα. Ζω ακούς; Σαν και σένα ως ομοίωμα ζω. Στολή. Φοράω στολή. Από ριπές κραυγών κατάφυτη. Μια στολή που τη φορώ και τ' αυτιά μού τρυπάει. Ίλιγγος. Γυρίζει το δωμάτιο γύρω απ’ ακούνητη ζωή. Ίλιγγος το δωμάτιο. Ζωή ολόκληρη. Σ’ ένα δωμάτιο που γυρίζει.