Όταν στο μυρωμένο σου κορμί
αναζητώ
τη λάγνα οσμή του άκρατου πόθου
αλύπητα πυρπολούν το σώμα μου
τα φλογισμένα χνάρια των χεριών σου
όταν διψασμένη άπληστα ρουφώ
το νέκταρ των ανθών απ’ τα χείλη σου
του πάθους μου τη δίψα μεγαλώνεις
πυρωμένο σίδερο βυθίζεσαι εντός μου
μ’ ανάσες βαθιές και ηδονής ιαχές
αθέατους κουρσεύεις κόσμους