Τρίτη 11 Ιουνίου 2024

Απώλειες

Πέρασαν νεκρά ψάρια από τη μνήμη
ιχνογραφώντας στην άμμο
ξεσκεπάζοντας σάρκες θειάφι         ανάσες
είχα πολλές ανύπαντρες λέξεις στο στόμα
τις ένιωθα να κολυμπούν προς τα χείλη
βυθίζομαι και πάνω μου να χτίζονται έρημα σπίτια
        –πες τους πως χτίσανε εδώ γιατί φύσαγε άνεμο τυφλό
  πες τους πως γκρεμίστηκε της αθωότητας ο κόσμος–

μην αγγίζετε
αγγίξτε μονάχα λίγο
μην αγγίζετε

το παιδί γελάει το παιδί έχει όρεξη το παιδί στην παραλία
ή εκείνο στο πάρκο το παιδί με τις φίλες του στο σχολείο
μόνο στο σπίτι να ιδρώνει - μόνο στον καθρέφτη να μιλά
το παιδί στις φωτογραφίες ή εκείνο κάτω απ' το νερό
το παιδί στο βράχο με το μαγιό
ή το παιδί με το ξεφούσκωτο μπαλόνι
το παιδί εκείνο με το βραχνιασμένο κλάμα
που στα έξι το βίασαν
το παιδί στα σκαλιά που ουρλιάζει βοήθεια

–μαμά μαμά μου που είσαι μαμά μου;–

το παιδί που έσπασε σε κομμάτια χίλια
το παιδί με τον μαύρο ήλιο με το μαύρο βλέμμα
που άνυδρο μεγαλώνει
κι ύστερα ζαρώνει κι ύστερα χάνεται

αγγίξτε μονάχα λίγο
ή καλύτερα καθόλου μην αγγίζετε

το παιδί που φοβάται
που το σώμα του σιχαίνεται
το παιδί που ζει τρομαγμένο
με το γερασμένο μέτωπο με το περίεργο χαμόγελο

μ η ν α γ γ ί ζ ε τ ε
το παιδί με το βλέμμα πληγωμένου ελαφιού έχει πεθάνει

(Την Κυριακή κοίταζα τη μάνα μου που κοιμόταν κουρασμένη κι αναρωτιόμουν πώς θα ‘τανε άραγε αν μπορούσα να έμπαινα ασφαλής και πάλι στην κοιλιά της)