Την ώρα που τα ρολόγια όλα
έδειχναν πίκρα και πίκρα ακριβώς
η
γυναίκα με τα μαλλιά ξέπλεκα
πάνω στην πολυθρόνα της
σε μια απελπισμένη εναντίωσης πράξη
μανιωδώς πουλόβερ έπλεκε
τον άσωτο το θάνατο να ντύσει
σε ξέρω εσένα καλά σε ξέρω,
έλεγε το θλιμμένο στόμα της,
από μανία υπέρμετρη πάσχεις
σκαιός και γυμνός γυρνάς
αχνίζεις και θερίζεις
αποκαμωμένη
κάποτε
έγειρε και ξάπλωσε
σε κάτασπρα σεντόνια