Δευτέρα 14 Αυγούστου 2023

Το ράγισμα

Όλα όσα γίνονταν σε μια στιγμή, όλα όσα γίνονται σε μια ζωή˙ στη σιωπή πάντα. Για μια λέξη γη και ύδωρ θα έδινε. Μα λέξη καμιά. Κόκκινα φόραγε, μη και φανεί το σώμα το καιόμενο. Αυτό που άγριος άνεμος ορμητικός κάποτε ήτανε, βράχος και πέτρα και λιθάρι.


Στον ψυχοπομπό τα βράδια τον οβολό της πλήρωνε. Μυστικές έκανε θητείες στου μελανού ποταμού το βουητό. Επέστρεφε τη μέρα. Λέξη δεν έβγαζε, λέξη δεν άκουγε. Μιλιά. Με ματωμένα χέρια τα χρόνια της σκούπιζε απ’ το πάτωμα, σφουγγάριζε επιμελώς το μαύρο γάλα που έτρεχε απ’ το στήθος.


Με μάτια που φτεροκοπούσαν, ξύπνια κάποτε ονειρεύονταν. Πως ζούσε στης μανταρινιάς τη χώρα που ’χε ανθισμένα της χαράς τα κλωνάρια. Πως άστραφταν μέσ’ τα μάτια της του ήλιου οι μέρες οι ζεστές που τόσο λαχταρούσε!


Τις πιο πολλές φορές φλεβίτσα ήταν κατακόκκινη που έτρεμε. Φλεβίστα που σε κομμάτια χίλια έσπασε. Μια μέρα που φύσαγε ανελέητα, μια μέρα σα χιόνι παγωμένη.


Μέσα στον τόσο θόρυβο, στον τόσο σαματά, της ψυχής της το ράγισμα ποτέ δεν ακούστηκε.