Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

Άνοιξη πάντα

 

Κράτησε πολύ ετούτη η νύχτα
ετούτος ο βράχος ετούτο το λευκό
το ματωμένο και διάτρητο σώμα
η αμηχανία της ύπαρξης κράτησε πολύ

κουβέρτα ευσπλαχνική στην παγωνιά
του ήλιου οι εύσαρκες ακτίνες
γαλαζοπούλια φωλιές περίτεχνες
υφαίνουνε σ’ ερειπωμένες στέγες
αστραποβολούντα φύλλα μελλούμενα θροΐζουνε
τον εαυτό τους παίρνοντας πολύ στα σοβαρά
μαράθηκαν τα σαρκοβόρα άνθη
ολόλαμπρα κι ανέσπερα γεννήθηκαν

τούτος ο χρόνος υπόσχεται
τα ρημαγμένα να μυρώσει
ανθίζοντας ελπίδα

αν μια φορά Άνοιξη
Άνοιξη πάντα

 

 

Δευτέρα 5 Μαΐου 2025

Των δακρύων τα σύμφωνα

Κατά μήκος τρέχεις της μοναξιάς

ασθμαίνεις πόνους-απουσίες

εσαεί μαυροφορούσα για ζώντες και νεκρούς

τάφους σκάβεις καρφώνεις σταυρούς

στις βυσσινιές σου αρτηρίες


θλιμμένα ζωγραφίζεις όνειρα-ερείπια

εν πλήρη οδύνη στα δάκρυά σου

πνίγεσαι πνίγεσαι πνίγεσαι

 

άραγε με πόσα σύμφωνα δακρύων

γράφεται η ζωή;

 

 

Πέμπτη 1 Μαΐου 2025

Αχόρταγος βυθός

 


Του άρεσε να τη βλέπει ραγισμένη. Τη μισούσε ολόκληρη. Όπως ο θάνατος της ζωής τη χαρά μισεί. Έφευγε διαρκώς. Κι όταν το μίσος του κόντευε να ξεχάσει, πίσω γυρνούσε. Απ’ την αρχή να ροκανίσει ό,τι όρθιο απέμενε. Κάλυκες άδειοι τα παγερά του μάτια.

Ένα ναυάγιο ήτανε. Ποτέ το μαύρο του βυθού δε θέλησε. Ένα πουλάκι τρυφερό. Τον εύλαλο ουρανό πάντ’ αγαπούσε. Να λούζεται απ’ του ήλιου το χάδι. Να χορταίνει απ’ τα σύννεφα τη δίψα της. Αγάπη και χάδι ποτέ δε γνώρισε. Ούτ’ ήπιε απ’ τα σύννεφα νερό. Όταν εκείνος έφευγε, μια σάρκα που κλαίει το σώμα και ψυχή. Σαν γύριζε, τα ίδια και χειρότερα.

Μια τέτοια μέρα, που άλλο στ’ αμπάρια της τίποτα δε χωρούσε, κατά τη θάλασσα πήγε. Άγκυρες σήκωσε. Για του βυθού κίνησε το μαύρο. Αυτού του βυθού που ποτέ της δε θέλησε.

Ο βυθός αχόρταγος.

Αύτανδρη την κατάπιε.



Πέμπτη 24 Απριλίου 2025

Δίψα

 



Ξαπλώνει σηκώνεται
πεινάει διψάει
διψάει διψάει διψάει
έχει πόδια σάρκα και κοιλιά
κεφάλι έχει και χέρια
αγγίζω το στήθος τη μέση τους γοφούς
τους τόπους τα ραγίσματα τα περάσματά του αγγίζω

ένα χωράφι έμαθα πως είναι
ξερό ραγισμένο γυμνό
το σώμα μου που διψάει
διψάει διψάει διψάει

αυτό το ξερό το σώμα
 

το ραγισμένο και γυμνό
αυτό αυτό αυτό μονάχα
πως είμαι ζωντανή
 

ακόμα μου θυμίζει

 


Τρίτη 22 Απριλίου 2025

Νερό καθάριο

Το ποτάμι που
με ορμή αδιαπραγμάτευτη
μέσα της έτρεχε
ξέπλενε τις βρομιές του κόσμου

εκείνη
έσκυβε στο σώμα της
κι έπινε νερό
καθάριο