Τσακάλια επτακέφαλα
σάρκες κι αίμα μυρίζουν
ως κρέας ωμό άνθρωποι
από τσιγκέλια κρέμονται
στου κόσμου τα σφαγεία
πλαταγίζει ηδονικά των θεριών η γλώσσα
αίμα στο στόμα γεύονται
ορέγονται τα δόντια τα κοφτερά
άδειες κοιλιές καρδιές ψυχορραγούσες
των σπιτιών οι πόρτες πενθούν
με πανιά μαύρα σκεπάζονται οι καθρέφτες
εμβατήριο πένθιμο ως το έθιμο απαιτεί
παιανίζει η μπάντα στους δρόμους της πόλης
λίγο πιο πέρα σκοτάδι βαθύ
τους επιζώντες γλυκά υπνωτίζει