Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Ζωή απαρατήρητη

 


Πώς μπόρεσε να το πιστέψει; Πως θα τα καταφέρει, πώς το πίστεψε; Είπε θα βγει από τούτο το σφαγείο δίχως σφαχτάρι να γίνει. Είπε πως μπορεί, μα δεν μπόρεσε.

Οι μέρες, τις μέρες καταπίνουν. Την καταπίνουν. Τη σκουντάν τα έπιπλα, το πάτωμα,  οι τοίχοι. Τη σκουντάν αν ζει για να δουν, αν ανασαίνει ακόμα. Παρακαλεί εκείνη ψιθυριστά. Να γίνει κάτι. Ένας ώμος να βρεθεί να γείρει, ένα χέρι να βρεθεί χάδι να της δώσει. Είμαι εδώ! Είμαι εδώ για σένα, να της πει. Κάτι να γίνει και να σπάσει ετούτη η σιωπή. Κάτι να γίνει κι απ’ τα νερά τα σαπισμένα ν’ αδειάσει το σπίτι. Απ’ τους πνιγμένους ν’ αδειάσει. Ως τα κόκαλα η υγρασία φθάνει. Κρυώνει, πονάει, πνίγεται. Μαζί με τους πνιγμένους πάει.

 

(Τράβηξε πολύ προσοχή ο θάνατός της. Η ζωή της καμιά.)