Σηκώθηκε χαράματα
μια ακοίμητη λύπη είχε
θα βρέξει, είπε, πάλι
χαλάει ο καιρός
πήγε στην κουζίνα
στο μπάνιο
στο σαλόνι
στο δωμάτιο
άδεια σιωπή πνιγηρή
την ανάσα τής έκοψε
μια μαύρη τρικυμία˙
την πήρε και τη σήκωσε
την έπνιξε
υπήρξε για λίγο, είπανε,
ξοδεύτηκε νωρίς
τα ρούχα της μοιράστηκαν
αφόρετα και άδεια